Στην Ψυχοθεραπεία ο ενδιαφερόμενος μέσα από μια διαδικασία λεκτικής και μη λεκτικής επικοινωνίας με τον θεραπευτή αναζητά και εξερευνά γνωστές και άγνωστες πτυχές του εαυτού του, επεξεργάζεται γεγονότα που τον απασχολούν και καθορίζουν την εξέλιξή του, συναισθηματικές δυσκολίες, εντοπίζει τις δυσλειτουργίες και τα εμπόδια που δυσκολεύουν την ζωή του και ανακαλύπτει τον τρόπο που αυτά δημιουργήθηκαν με στόχο την βελτίωση της ποιότητας ζωής και την απόκτηση δεξιοτήτων που προσφέρουν χαρά και δημιουργία.
Η Συμβουλευτική επικεντρώνεται σε συγκεκριμένα θέματα που απασχολούν τον ενδιαφερόμενο στην καθημερινή του ζωή και στους εναλλακτικούς τρόπους με τους οποίους μπορεί να τα διαχειριστεί αποτελεσματικά, πάντα σε συνάρτηση με τις συνθήκες που υπάρχουν και την ιδιοσυγκρασία του. Αν θέλουμε να συγκρίνουμε τη Συμβουλευτική με τη Ψυχοθεραπεία ως προσεγγίσεις, θα πούμε ότι η συμβουλευτική είναι πιο συνοπτική από την ψυχοθεραπεία και εστιάζει περισσότερο στη συμπεριφορά του ατόμου και σε συγκεκριμένες καταστάσεις, παρά στον εσωτερικό του κόσμο.
Τόσο η Ψυχοθεραπεία όσο και η Συμβουλευτική, απευθύνονται σε ανθρώπους που αναζητούν μια καλύτερη και ουσιαστικότερη ποιότητα ζωής, μια πιο αγαπητική σχέση με τον εαυτό τους και με τους άλλους ανθρώπους. Βασικά εργαλεία για την επίτευξη των στόχων αυτών είναι η θεραπευτική σχέση και το κλίμα εμπιστοσύνης. Οι ατομικές συνεδρίες είναι διάρκειας μίας ώρας για μια σειρά από θέματα όπως η προσωπική ανάπτυξη, οι αγχώδης διαταραχές, οι εξαρτήσεις, οι φοβίες, το πένθος, οι διαταραχές προσωπικότητας κ.α.
Γενικά, η Ψυχοθεραπεία και η Συμβουλευτική λειτουργούν μέσα σ’ ένα καθορισμένο θεραπευτικό πλαίσιο που περιλαμβάνει τον τόπο, το χρόνο, την διάρκεια των συναντήσεων, τη συχνότητα αυτών, την αμοιβή του θεραπευτή, την τήρηση εχεμύθειας και οποιαδήποτε λεπτομέρεια αφορά αυτά τα θέματα. Αυτά συμφωνούνται εξαρχής μεταξύ θεραπευτή και τον θεραπευόμενου εξασφαλίζοντας την απρόσκοπτη επικέντρωση στο θεραπευτικό στόχο.